Εξαρτώμαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
luottaa, riippua, riippuu, riippuvat, riippuvaisia, riippuvainen
Εξαρτώμαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι

εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εξαρτώμαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • εξαργυρώνω στα φινλανδικά - hynä, lunastaa, lunastamaan, lunasta, lunastaakseen, lunastaaksesi
  • εξαρθρώνω στα φινλανδικά - sekoittaa, siirtäessään, tyhjiksi, siirtää paikaltaan, tehdä tyhjiksi
  • εξασθένηση στα φινλανδικά - haitta, aleneminen, lasku, väheneminen, laskua, laskuun
  • εξασκώ στα φινλανδικά - harjoitella, tapa, harjoittaa, käytäntö, käytännössä, käytännön, käytäntöjen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: luottaa, riippua, riippuu, riippuvat, riippuvaisia, riippuvainen