Εξαρτώμαι στα τσεχικά
Μετάφραση: εξαρτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
záležet, záviset, závisí, závislé, jsou závislé, závisejí
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξαρτώμαι
εξαρτώμαι εξαρτάσαι, εξαρτώμαι αόριστος, εξαρτώμαι λεξικο, εξαρτώμαι στα αγγλικα, ρήμα εξαρτώμαι, εξαρτώμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, εξαρτώμαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εξαργυρώνω στα τσεχικά - hotově, peníze, inkasovat, proplatit, vykoupit, vykoupil, odkoupit, ...
- εξαρθρώνω στα τσεχικά - přesunout, vymknout, vykloubit, přemístit, narušit, presunout
- εξασθένηση στα τσεχικά - snížení, poškození, pokles, úpadek, poklesu, úbytek
- εξασκώ στα τσεχικά - cvičit, provádět, konat, vykonávat, provozovat, praxe, cvičení, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξαρτώμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: záležet, záviset, závisí, závislé, jsou závislé, závisejí
Μεταφράσεις: záležet, záviset, závisí, závislé, jsou závislé, závisejí