Ευκολία στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευκολία, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
palengvinti, sumažinti, lengviau, palengvins, palengvintų
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευκολία
καλή ευκολία, ευκολία αγγλικά, ευκολία στα αγγλικά, ευκολία συνώνυμο, ευκολία συνώνυμα, ευκολία λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευκολία στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευκαμψία στα λιθουανικά - lankstumas, lankstumo, lankstumą, taikyti lankstumo, lanksčiai
- ευκατάστατος στα λιθουανικά - turtingas, pasiturintiems, pasiturintys, neblogėja, pasiturinčių, prastės
- ευκολόπιστος στα λιθουανικά - efkolopistos
- ευκρίνεια στα λιθουανικά - aštrumas, ryškumas, ryškumą, aštrumo, aštrumą
Τυχαίες λέξεις
Ευκολία στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: palengvinti, sumažinti, lengviau, palengvins, palengvintų
Μεταφράσεις: palengvinti, sumažinti, lengviau, palengvins, palengvintų