Ευκολία στα κροατικά

Μετάφραση: ευκολία, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mogućnost, jedinica, sredstvo, ublažiti, olakšati, jednostavnost, ublažavanje, lakoćom
Ευκολία στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκολία

καλή ευκολία, ευκολία αγγλικά, ευκολία στα αγγλικά, ευκολία συνώνυμο, ευκολία συνώνυμα, ευκολία λεξικό γλώσσας κροατικά, ευκολία στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • ευκαμψία στα κροατικά - savitljivost, gipkost, fleksibilnost, elastičnost, fleksibilnosti, prilagodljivost
  • ευκατάστατος στα κροατικά - imućan, bogat, dobrostojeći, dobro off, dobro stojeći, dobro stoji
  • ευκολόπιστος στα κροατικά - lakovjeran, efkolopistos
  • ευκρίνεια στα κροατικά - jasnoća, prozračnost, bistrina, čistoće, čistoća, oštrina, sharpness, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευκολία στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: mogućnost, jedinica, sredstvo, ublažiti, olakšati, jednostavnost, ublažavanje, lakoćom