Ευκολία στα τσεχικά

Μετάφραση: ευκολία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zručnost, dovednost, výhoda, obratnost, snadnost, zařízení, lehkost, zmírnit, usnadnit, snadné, zmírnění
Ευκολία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευκολία

καλή ευκολία, ευκολία αγγλικά, ευκολία στα αγγλικά, ευκολία συνώνυμο, ευκολία συνώνυμα, ευκολία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ευκολία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ευκαμψία στα τσεχικά - ohebnost, ohybnost, pružnost, poddajnost, přizpůsobivost, flexibilita, flexibilitu, ...
  • ευκατάστατος στα τσεχικά - bohatý, majetný, blahobytný, zámožný, zámožní, dobře si
  • ευκολόπιστος στα τσεχικά - důvěřivý, lehkověrný, efkolopistos
  • ευκρίνεια στα τσεχικά - jasnost, průzračnost, rozdílnost, srozumitelnost, jasno, čirost, jas, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευκολία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zručnost, dovednost, výhoda, obratnost, snadnost, zařízení, lehkost, zmírnit, usnadnit, snadné, zmírnění