Καταριέμαι στα λιθουανικά

Μετάφραση: καταριέμαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bartis, prakeikimas, prakeiksmas, prakeikimu, prakeikimą, prakeikti
Καταριέμαι στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταριέμαι

καταριέμαι συνώνυμο, καταριέμαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καταριέμαι στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • καταπραΰνω στα λιθουανικά - poilsis, miegas, ramybė, nuraminti, ramina, raminti, malšinti, ...
  • καταργώ στα λιθουανικά - panaikinti, panaikina, panaikintų, atsisakyti, atšaukti
  • καταρράκτης στα λιθουανικά - krioklys, katarakta, kataraktos, ir kataraktos, kataraktą
  • καταρρέω στα λιθουανικά - dūlėti, liejikas, irti, krikti, drunyti
Τυχαίες λέξεις
Καταριέμαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bartis, prakeikimas, prakeiksmas, prakeikimu, prakeikimą, prakeikti