Καταριέμαι στα πολωνικά

Μετάφραση: καταριέμαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przeklinać, wyklęcie, wykląć, przeklęcie, przekleństwo, kląć, klątwa, wulgaryzm, wyzwisko, przekleństwem, przekleństwa
Καταριέμαι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταριέμαι

καταριέμαι συνώνυμο, καταριέμαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, καταριέμαι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • καταπραΰνω στα πολωνικά - uspokajać, wygoda, koić, pieścić, popuścić, dostatek, uspakajać, ...
  • καταργώ στα πολωνικά - likwidować, znosić, odwołać, unieważnić, uchylać, skasować, znieść, ...
  • καταρράκτης στα πολωνικά - zaćma, wodospad, bielmo, kaskada, katarakta, Cataract, zaćmy, ...
  • καταρρέω στα πολωνικά - zwalić, zawał, osuwać, zapaść, załamanie, zapadnięcie, zapadać, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταριέμαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: przeklinać, wyklęcie, wykląć, przeklęcie, przekleństwo, kląć, klątwa, wulgaryzm, wyzwisko, przekleństwem, przekleństwa