Καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καταριέμαι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
проклетство, клетва, проклетството, клетвата, Проклетија
Καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταριέμαι

καταριέμαι συνώνυμο, καταριέμαι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καταπραΰνω στα σλαβομακεδονικά - смируваат, смирување, смири, се смири, ги смири
  • καταργώ στα σλαβομακεδονικά - укине, се укине, укинување на, укинат, го укине
  • καταρράκτης στα σλαβομακεδονικά - катаракта, катарактата, катаракт, на катаракта
  • καταρρέω στα σλαβομακεδονικά - творец
Τυχαίες λέξεις
Καταριέμαι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: проклетство, клетва, проклетството, клетвата, Проклетија