Κλίνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: κλίνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atsisakyti, linksniuoti, saulėlydis, asmenuoti, liesas, liesos, raumeningumą, liesa
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλίνω
κλίνω το ρήμα είμαι, κλίνω τα ρήματα, κλίνω το ρήμα μαθαίνω, κλίνω το ρήμα παίρνω, κλίνω προς, κλίνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κλίνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κλίμακα στα λιθουανικά - žvynas, gama, mastelis, skalė, masto, mastas, apimties, ...
- κλίμακας στα λιθουανικά - gama, mastelis, žvynas, skalė, masto, mastas, apimties, ...
- κλίση στα λιθουανικά - nuolydis, nuolydį, šlaitas, nuokalnės, nuolydžio
- κλαίω στα λιθουανικά - verkti, šauksmas, šaukti, rėkti, verksmas, riksmas, šūkis
Τυχαίες λέξεις
Κλίνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atsisakyti, linksniuoti, saulėlydis, asmenuoti, liesas, liesos, raumeningumą, liesa
Μεταφράσεις: atsisakyti, linksniuoti, saulėlydis, asmenuoti, liesas, liesos, raumeningumą, liesa