Μουσκεύω στα λιθουανικά
Μετάφραση: μουσκεύω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pamerkti, merkti, RET, dirgti, mirkti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μουσκεύω
μουσκεύω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μουσκεύω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μουσικός στα λιθουανικά - muzikantas, muzikas, muzikos, muzikinis, muzikinė, miuziklas, muzikinio
- μουσκέτο στα λιθουανικά - muškieta, Flinta, Muskete
- μουστάκι στα λιθουανικά - ūsai, su ūsais, ūsais, moustache, ūsų
- μουστάρδα στα λιθουανικά - garstyčių, garstyčios, garstyčia
Τυχαίες λέξεις
Μουσκεύω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pamerkti, merkti, RET, dirgti, mirkti
Μεταφράσεις: pamerkti, merkti, RET, dirgti, mirkti