Μουσκεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: μουσκεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
мочити, змочити, усмоктуватися, намочувати, змовчати, зросіть, намочити, промочити, наситьте, змочувати, у відставці
Μουσκεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουσκεύω

μουσκεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μουσκεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μουσικός στα ουκρανικά - музично, музичний
  • μουσκέτο στα ουκρανικά - хохуля, ондатра, мушкет, мушкета
  • μουστάκι στα ουκρανικά - муслін, вуса, вуси
  • μουστάρδα στα ουκρανικά - мустанг, гірчиця, Горчіца, Горчица
Τυχαίες λέξεις
Μουσκεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: мочити, змочити, усмоктуватися, намочувати, змовчати, зросіть, намочити, промочити, наситьте, змочувати, у відставці