Μουσκεύω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: μουσκεύω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deste, saturar, empapar, tais, satisfazer, tão, embeba, banhar, portanto, impregnação, macerar, RET, reten��o, de reten��o, de ret
Μουσκεύω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μουσκεύω

μουσκεύω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, μουσκεύω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • μουσικός στα πορτογαλικά - música, músico, musical, musicais
  • μουσκέτο στα πορτογαλικά - mosquete, musket, espingarda, de mosquete, mosquetes
  • μουστάκι στα πορτογαλικά - rato, bigode, moustache, mustache, do bigode, bigodes
  • μουστάρδα στα πορτογαλικά - mostarda, dever, obrigação, de mostarda, a mostarda, da mostarda, mostarda de
Τυχαίες λέξεις
Μουσκεύω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: deste, saturar, empapar, tais, satisfazer, tão, embeba, banhar, portanto, impregnação, macerar, RET, reten��o, de reten��o, de ret