Πασχίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: πασχίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
bandymas, stengtis, stengiasi, siekia, siekti, stengsis
Πασχίζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πασχίζω

πασχίζω συνωνυμο, πασχίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πασχίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πασπατεύω στα λιθουανικά - smuikas, smuiku, knyburys, klastoti, Liesti kažkas bezmyślnie
  • παστώνω στα λιθουανικά - vaikinas, Kipper, rūkyta žuvis, rūkyti žuvį, Druskos ir Koptai žuvis
  • πατάτα στα λιθουανικά - bulvė, bulvės, bulvių, bulvinių, potato
  • πατέρας στα λιθουανικά - tėvas, pradininkas, tėvo, tėvu, tėvą, tėvui
Τυχαίες λέξεις
Πασχίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: bandymas, stengtis, stengiasi, siekia, siekti, stengsis