Πρακτική στα λιθουανικά

Μετάφραση: πρακτική, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
praktika, įprotis, praktikos, praktiką, patirtis
Πρακτική στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρακτική

πρακτική άσκηση σπουδαστών ιεκ, πρακτική άσκηση, πρακτική άσκηση τει, πρακτική αριθμητική, πρακτική φιλοσοφία, πρακτική λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πρακτική στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πραγματοποίηση στα λιθουανικά - realizavimas, įgyvendinimas, realizacija, realizavimo, suvokimas
  • πραγματοποιώ στα λιθουανικά - pasiekti, suprasti, suvokti, realizuoti, įgyvendinti
  • πρακτικός στα λιθουανικά - praktinis, praktiškas, praktinė, praktinių, praktinio
  • πρακτορείο στα λιθουανικά - agentūra, būdas, agentūros, agentūrai, įstaiga
Τυχαίες λέξεις
Πρακτική στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: praktika, įprotis, praktikos, praktiką, patirtis