Πρακτική στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πρακτική, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
практика, практики, практиката, на практика
Πρακτική στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρακτική

πρακτική άσκηση σπουδαστών ιεκ, πρακτική άσκηση, πρακτική άσκηση τει, πρακτική αριθμητική, πρακτική φιλοσοφία, πρακτική λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πρακτική στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πραγματοποίηση στα βουλγαρικά - реализиране, осъзнаване, осъществяване, реализация, реализацията
  • πραγματοποιώ στα βουλγαρικά - осъзнавам, осъзнават, осъзнаят, осъзнае, осъзнаем
  • πρακτικός στα βουλγαρικά - практичен, практически, практическа, практическо, практическото
  • πρακτορείο στα βουλγαρικά - агентство, агенция, агенция за, агенцията, на агенцията
Τυχαίες λέξεις
Πρακτική στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: практика, практики, практиката, на практика