Πρακτική στα ουκρανικά
Μετάφραση: πρακτική, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
майже, практично, фактично, практика
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρακτική
πρακτική άσκηση σπουδαστών ιεκ, πρακτική άσκηση, πρακτική άσκηση τει, πρακτική αριθμητική, πρακτική φιλοσοφία, πρακτική λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πρακτική στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πραγματοποίηση στα ουκρανικά - здійснення, реалізація, реалізацію, реалізації
- πραγματοποιώ στα ουκρανικά - здійсніть, чинити, завершати, виконувати, вдовольняти, сягати, здійснити, ...
- πρακτικός στα ουκρανικά - практичний, практичного
- πρακτορείο στα ουκρανικά - представництво, дія, сприяння, бюро, засіб, агентство, агенція, ...
Τυχαίες λέξεις
Πρακτική στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: майже, практично, фактично, практика
Μεταφράσεις: майже, практично, фактично, практика