Σαπίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: σαπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
marinti, marinate kūniškus, Žeminti, malšinti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαπίζω
σαπίζω αγγλικά, σαπίζω συνώνυμα, σαπίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, σαπίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- σανδάλι στα λιθουανικά - sandalas, sandalo, sandalų, sandalai, Sandał
- σανός στα λιθουανικά - šienas, Hay, šieno, Šienavimo, šieną
- σαπιοκάραβο στα λιθουανικά - vonia, televizorius, kambaryje, kubilas
- σαπισμένος στα λιθουανικά - supuvęs, niekingas, sugedęs, sutrūnijęs, papuvęs
Τυχαίες λέξεις
Σαπίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: marinti, marinate kūniškus, Žeminti, malšinti
Μεταφράσεις: marinti, marinate kūniškus, Žeminti, malšinti