Σαπίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: σαπίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bozulma, bozulmak, çürümek, utandırmak, kangren, mortify, incitmek, kangren olmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαπίζω
σαπίζω αγγλικά, σαπίζω συνώνυμα, σαπίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, σαπίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σανδάλι στα τούρκικα - sandal, sandalet, sandaletler
- σανός στα τούρκικα - saman, Hay, ot, kuru ot
- σαπιοκάραβο στα τούρκικα - kaplıca, hamam, banyo, küvet, küveti, tub, bulunur.Diğer, ...
- σαπισμένος στα τούρκικα - çürümüş, çürük, kokuşmuş, çürümüş bir, berbat
Τυχαίες λέξεις
Σαπίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bozulma, bozulmak, çürümek, utandırmak, kangren, mortify, incitmek, kangren olmak
Μεταφράσεις: bozulma, bozulmak, çürümek, utandırmak, kangren, mortify, incitmek, kangren olmak