Στρέψη στα λιθουανικά

Μετάφραση: στρέψη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sukimas, torsioninės, torsioninių, sukimo, persisukimas
Στρέψη στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στρέψη

στρέψη καμπύλης, στρέψη στομάχου, στρέψη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στρέψη στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • στοχεύω στα λιθουανικά - tikslas, taikinys, tikslinė, tikslinės, tikslinis, taikiniu
  • στρέμμα στα λιθουανικά - akras, acre, akrų, Kapsēta
  • στρίβω στα λιθουανικά - arti, skusti, skuosti, Mirti, dumti, Drapnąć
  • στρίγγλα στα λιθουανικά - pikčiurna, Vixen, lapė, Jędza, pikta moteris
Τυχαίες λέξεις
Στρέψη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sukimas, torsioninės, torsioninių, sukimo, persisukimas