Στρέψη στα τούρκικα
Μετάφραση: στρέψη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
burulma, torsiyon, torsiyonu, burma, bükme
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στρέψη
στρέψη καμπύλης, στρέψη στομάχου, στρέψη λεξικό γλώσσας τούρκικα, στρέψη στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στοχεύω στα τούρκικα - amaç, niyet, hedef, hedefi, bir hedef
- στρέμμα στα τούρκικα - dönümlük, Acre, dönüm, hektarlık, dönümlük bir
- στρίβω στα τούρκικα - kavis, viraj, döndürmek, dönmek, dönemeç, kaçmak, Scoot, ...
- στρίγγλα στα τούρκικα - cadaloz, VIXEN, dişi tilki, huysuz kadın, cadısı
Τυχαίες λέξεις
Στρέψη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: burulma, torsiyon, torsiyonu, burma, bükme
Μεταφράσεις: burulma, torsiyon, torsiyonu, burma, bükme