Συνήγορος στα λιθουανικά
Μετάφραση: συνήγορος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teisininkas, advokatas, patarimas, gynėjas, gynėjai, patarimą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνήγορος
συνήγορος του καταναλωτή τηλ, συνήγορος του μετανάστη, συνήγορος καταναλωτή, συνήγορος του πολίτη email, συνήγορος του πολίτη, συνήγορος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συνήγορος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συνέταιρος στα λιθουανικά - bendradarbis, dalininkas, partneris, kartu, partnerė, partneriu, partnerio
- συνέχεια στα λιθουανικά - nenutrūkstamumas, perimamumas, tęstinumas, tęstinumą, tęstinumo
- συνήθεια στα λιθουανικά - įprotis, įpratimas, įpročiu, įpročiai, įpročio, įprotį
- συνήθης στα λιθουανικά - paprastas, eilinis, įprastas, įprasta, Įprastinė, įprastai
Τυχαίες λέξεις
Συνήγορος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: teisininkas, advokatas, patarimas, gynėjas, gynėjai, patarimą
Μεταφράσεις: teisininkas, advokatas, patarimas, gynėjas, gynėjai, patarimą