Συρρικνώνομαι στα λιθουανικά
Μετάφραση: συρρικνώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sumažinti, psichiatras, sudžiūvę, Sarāvies, Skurczony
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συρρικνώνομαι
συρρικνώνομαι μεταφραση, συρρικνώνομαι συνωνυμα, συρρικνώνομαι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συρρικνώνομαι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- συνώνυμος στα λιθουανικά - sinoniminis, sinonimas, sinonimu, sinonimai, sinonimiškas
- συρρέω στα λιθουανικά - banda, pulkas, kaimenė, pulko, kaimene
- συρροή στα λιθουανικά - priplūdimas, antplūdis, Spiečius
- συρτάρι στα λιθουανικά - stalčius, braižytojas, stalčių, stalčiaus, drawer, stalčiuje
Τυχαίες λέξεις
Συρρικνώνομαι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sumažinti, psichiatras, sudžiūvę, Sarāvies, Skurczony
Μεταφράσεις: sumažinti, psichiatras, sudžiūvę, Sarāvies, Skurczony