Συρρικνώνομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: συρρικνώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
azaltmak, eksiltmek, çekmiş, büzülmüş, büzüşmüş, çökmüş, küçülmüş
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συρρικνώνομαι
συρρικνώνομαι μεταφραση, συρρικνώνομαι συνωνυμα, συρρικνώνομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, συρρικνώνομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- συνώνυμος στα τούρκικα - eşanlamlı, eş anlamlı, eş anlamlıdır, eşanlamlıdır, ayn
- συρρέω στα τούρκικα - sürü, grup, akın, flok, sürüsü, flock
- συρροή στα τούρκικα - koleksiyon, büyüme, bolluk, toplama, çokluk, akış, akın, ...
- συρτάρι στα τούρκικα - çekmece, çekmecesi, çekmeceli, çekmecenin, bölmesi
Τυχαίες λέξεις
Συρρικνώνομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: azaltmak, eksiltmek, çekmiş, büzülmüş, büzüşmüş, çökmüş, küçülmüş
Μεταφράσεις: azaltmak, eksiltmek, çekmiş, büzülmüş, büzüşmüş, çökmüş, küçülmüş