Συρρικνώνομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: συρρικνώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
összemenés, összezsugorodott, zsugorított, zsugorodott, aszott, összeaszott
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συρρικνώνομαι
συρρικνώνομαι μεταφραση, συρρικνώνομαι συνωνυμα, συρρικνώνομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, συρρικνώνομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- συνώνυμος στα ουγγρικά - szinonim, szinonimája, egyet jelent, szinonimájává, egyet jelent a
- συρρέω στα ουγγρικά - nyáj, állomány, állományban, állományt, állományból
- συρροή στα ουγγρικά - véráram, beömlés
- συρτάρι στα ουγγρικά - fiók, húzóeszköz, húzó, csillés, csapoló, szállítómunkás, rajzoló, ...
Τυχαίες λέξεις
Συρρικνώνομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: összemenés, összezsugorodott, zsugorított, zsugorodott, aszott, összeaszott
Μεταφράσεις: összemenés, összezsugorodott, zsugorított, zsugorodott, aszott, összeaszott