Αρχαίος στα νορβηγικά

Μετάφραση: αρχαίος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
eldgammel, gamle, gammel, antikke, gammelt
Αρχαίος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχαίος

αρχαίος αργαλειός, αρχαίος δήμος της αττικής, αρχαίος έλληνας ανθοπώλης από την αθήνα, αρχαίος αττικός δήμος, αρχαίος ναός, αρχαίος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αρχαίος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αρχή στα νορβηγικά - kilde, opphav, start, begynne, begynnelse, oppkomme, angrep, ...
  • αρχίζω στα νορβηγικά - begynnelse, start, begynne, starten, begynnelsen, oppstart
  • αρχαιολογία στα νορβηγικά - arkeologi, arkeologien, archeology, arkeologiske
  • αρχαιολογικός στα νορβηγικά - arkeolog, arkeologisk, arkeologiske, Archaeological, Arkaeologisk, arkeologiske funn
Τυχαίες λέξεις
Αρχαίος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: eldgammel, gamle, gammel, antikke, gammelt