Εγκράτεια στα νορβηγικά
Μετάφραση: εγκράτεια, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
edruelighet, måtehold, Temperance, avhold, avholds
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκράτεια
εγκράτεια ούρων, εγκράτεια στο γάμο, εγκράτεια ορισμός, εγκράτεια english, εγκράτεια στο φαγητό, εγκράτεια λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εγκράτεια στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εγκλιματίζομαι στα νορβηγικά - natural, naturalisere
- εγκοπή στα νορβηγικά - hakk, lyd, notch, hakket, førsteklasses
- εγκρίνω στα νορβηγικά - godkjenne, godkjenner, å godkjenne, godta, godkjent
- εγκρατής στα νορβηγικά - rusfrie, abstinent, avhold, avholdende, rusfri
Τυχαίες λέξεις
Εγκράτεια στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: edruelighet, måtehold, Temperance, avhold, avholds
Μεταφράσεις: edruelighet, måtehold, Temperance, avhold, avholds