Εγκράτεια στα σουηδικά
Μετάφραση: εγκράτεια, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
abstinens, måtta, röstnedläggelse, återhållsamhet, absolutismrörelse, nykterhets, måttlighet, absolutism, nykterhet
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκράτεια
εγκράτεια ούρων, εγκράτεια στο γάμο, εγκράτεια ορισμός, εγκράτεια english, εγκράτεια στο φαγητό, εγκράτεια λεξικό γλώσσας σουηδικά, εγκράτεια στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- εγκλιματίζομαι στα σουηδικά - naturalisera
- εγκοπή στα σουηδικά - prygla, skåra, hack, notch, skåran, spåret
- εγκρίνω στα σουηδικά - godkänna, godkänner, godkännande, att godkänna, godkännas
- εγκρατής στα σουηδικά - avhållsam, nykter, återhållsam, abstinent, avhållsamma, missbruksfri, drogfria
Τυχαίες λέξεις
Εγκράτεια στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: abstinens, måtta, röstnedläggelse, återhållsamhet, absolutismrörelse, nykterhets, måttlighet, absolutism, nykterhet
Μεταφράσεις: abstinens, måtta, röstnedläggelse, återhållsamhet, absolutismrörelse, nykterhets, måttlighet, absolutism, nykterhet