Εγκράτεια στα τούρκικα
Μετάφραση: εγκράτεια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
perhiz, ölçülülük, temperance, ılımlılık, ölçülü olmak, itidal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκράτεια
εγκράτεια ούρων, εγκράτεια στο γάμο, εγκράτεια ορισμός, εγκράτεια english, εγκράτεια στο φαγητό, εγκράτεια λεξικό γλώσσας τούρκικα, εγκράτεια στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εγκλιματίζομαι στα τούρκικα - alıştırmak, vatandaşlık vermek, vatandaşlık, naturalize, doğallaştırmak, mesrulastirmak
- εγκοπή στα τούρκικα - çentik, notch, sınıf, seviye, birinci sınıf
- εγκρίνω στα τούρκικα - onaylamak, onaylaması, onaylama, onaylanması, onaylar
- εγκρατής στα τούρκικα - kanaatkâr, abstinent, sigara içmeden, az yiyip içen, kaçınanım
Τυχαίες λέξεις
Εγκράτεια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: perhiz, ölçülülük, temperance, ılımlılık, ölçülü olmak, itidal
Μεταφράσεις: perhiz, ölçülülük, temperance, ılımlılık, ölçülü olmak, itidal