Καταπιεστικός στα νορβηγικά
Μετάφραση: καταπιεστικός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
compulsive, tvangsmessig, kompulsiv, tvangs, avhengighet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπιεστικός
καταπιεστικός σύζυγος, καταπιεστικός συνώνυμα, καταπιεστικός συνώνυμο, καταπιεστικός σύντροφος, καταπιεστικός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καταπιεστικός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καταπίνω στα νορβηγικά - slurk, jafs, svelge, svale, svelger, å svelge, svelges, ...
- καταπατητής στα νορβηγικά - husokkupant, Husokkupanter, squatter
- καταπληκτικός στα νορβηγικά - herlig, prektig, uhyre, forbausende, fenomenal, fabelaktige, prodigious
- καταπνίγω στα νορβηγικά - avskaffe, kork, cork, korken
Τυχαίες λέξεις
Καταπιεστικός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: compulsive, tvangsmessig, kompulsiv, tvangs, avhengighet
Μεταφράσεις: compulsive, tvangsmessig, kompulsiv, tvangs, avhengighet