Καταπιεστικός στα τσεχικά

Μετάφραση: καταπιεστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
despotický, nedýchatelný, tyranský, dusný, tíživý, tísnivý, chorobný, nutkavý, kompulzivní, nutkavé, kompulsivní
Καταπιεστικός στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταπιεστικός

καταπιεστικός σύζυγος, καταπιεστικός συνώνυμα, καταπιεστικός συνώνυμο, καταπιεστικός σύντροφος, καταπιεστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, καταπιεστικός στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • καταπίνω στα τσεχικά - zhltnout, hltat, spolykat, spolknout, hlt, polykat, odvolat, ...
  • καταπατητής στα τσεχικά - viník, vetřelec, squater, Squatter, nezákonný osadník
  • καταπληκτικός στα τσεχικά - znamenitý, vynikající, podivuhodný, podivuhodné, zázračný, fenomenální, nesmírné
  • καταπνίγω στα τσεχικά - utlumit, potlačit, zatajit, zakázat, zrušit, tlumit, zamlčet, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταπιεστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: despotický, nedýchatelný, tyranský, dusný, tíživý, tísnivý, chorobný, nutkavý, kompulzivní, nutkavé, kompulsivní