Ορθώνομαι στα νορβηγικά
Μετάφραση: ορθώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stigning, god, bra, godt, gode, good
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ορθώνομαι
ορθώνομαι συνώνυμα, ορθώνομαι λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ορθώνομαι στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ορθόδοξος στα νορβηγικά - rettroende, ortodokse, ortodoks, Orthodox, Den ortodokse
- ορθότητα στα νορβηγικά - korrekthet, riktig, nøyaktighet, riktigheten, riktighet
- ορθώνω στα νορβηγικά - oppføre, reise, god, bra, godt, gode, good
- οριακός στα νορβηγικά - marginal, marginale, marginalt, grense
Τυχαίες λέξεις
Ορθώνομαι στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: stigning, god, bra, godt, gode, good
Μεταφράσεις: stigning, god, bra, godt, gode, good