Συνεχώς στα νορβηγικά

Μετάφραση: συνεχώς, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stadig, konstant, søker, hele tiden, søker kontinuerlig
Συνεχώς στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεχώς

συνεχώς συνώνυμο, συνεχώς συνώνυμα, συνεχώς νυστάζω, συνεχώς διαφορίσιμη συνάρτηση, συνεχώς και αδιαλείπτως, συνεχώς λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συνεχώς στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συνεχίζομαι στα νορβηγικά - fortsette, gå på, dra på, går på, gå videre, gå
  • συνεχίζω στα νορβηγικά - fortsette, fortsetter, fortsatt, fortsette å, videre
  • συνηγορία στα νορβηγικά - forsvar, advocacy, Advokat, advokatvirksomhet, påvirknings
  • συνηγορώ στα νορβηγικά - advokat, erkjenne, påberope, trygle, trygler, bønnfalle
Τυχαίες λέξεις
Συνεχώς στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: stadig, konstant, søker, hele tiden, søker kontinuerlig