Συνεχώς στα σλοβενικά
Μετάφραση: συνεχώς, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
stále, stalno, nenehno, ves čas, neprestano, ves
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεχώς
συνεχώς συνώνυμο, συνεχώς συνώνυμα, συνεχώς νυστάζω, συνεχώς διαφορίσιμη συνάρτηση, συνεχώς και αδιαλείπτως, συνεχώς λεξικό γλώσσας σλοβενικά, συνεχώς στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- συνεχίζομαι στα σλοβενικά - pojdi, pojdite, gredo, iti, šel
- συνεχίζω στα σλοβενικά - naprej, nadaljuje, nadaljevati, še naprej, nadaljujejo
- συνηγορία στα σλοβενικά - obramba, obrana, zagovorništvo, zagovarjanje, zagovarjanja, zavzemanje, zagovor
- συνηγορώ στα σλοβενικά - odvetnik, advokat, advokát, sklicevati, sklicevati na, sklicuje, govorijo, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεχώς στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: stále, stalno, nenehno, ves čas, neprestano, ves
Μεταφράσεις: stále, stalno, nenehno, ves čas, neprestano, ves