Συχνάζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: συχνάζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hyppig, hyppige, hyppigere, ofte, vanlig
Συχνάζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνάζω

συχνάζω english, συχνάζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, συχνάζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • συσχετίζω στα νορβηγικά - korrelerer, korrelere, relatere, sams, korrelert
  • συχνά στα νορβηγικά - ofte, ofte er, oftere, gjerne
  • συχνός στα νορβηγικά - hyppig, hyppige, hyppigere, ofte, vanlig
  • σφάζω στα νορβηγικά - slakter, slakteren, kjøtt, slaktere
Τυχαίες λέξεις
Συχνάζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hyppig, hyppige, hyppigere, ofte, vanlig