Συχνάζω στα τούρκικα

Μετάφραση: συχνάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sık, sık sık, sık görülen, sıklıkla, sıkça
Συχνάζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συχνάζω

συχνάζω english, συχνάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, συχνάζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • συσχετίζω στα τούρκικα - yoldaş, ilişki, korelasyon, ilişkili, korele, ilişkilendirmek
  • συχνά στα τούρκικα - sık sık, genellikle, sık, sıklıkla, çoğunlukla
  • συχνός στα τούρκικα - sık, sık sık, sık görülen, sıklıkla, sıkça
  • σφάζω στα τούρκικα - kasap, Butcher, The Butcher, Kasabı, bir kasap
Τυχαίες λέξεις
Συχνάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: sık, sık sık, sık görülen, sıklıkla, sıkça