Σύμπηξη στα νορβηγικά
Μετάφραση: σύμπηξη, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
concretion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύμπηξη
σύμπηξη-συνωνυμο, σύμπηξη λεξικό γλώσσας νορβηγικά, σύμπηξη στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- σύμβουλος στα νορβηγικά - konsulent, rådgiver, Advisor, veileder
- σύμμαχος στα νορβηγικά - forbundsfelle, alliert, allierte, ally
- σύμπλεγμα στα νορβηγικά - flokk, gruppe, bunt, komplekse, kompleks, komplekst, komplekset
- σύμπτωμα στα νορβηγικά - symptom, symptomet, symptomer, symptomene
Τυχαίες λέξεις
Σύμπηξη στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: concretion
Μεταφράσεις: concretion