Σύμπηξη στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σύμπηξη, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
concretion
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύμπηξη
σύμπηξη-συνωνυμο, σύμπηξη λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σύμπηξη στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σύμβουλος στα σλαβομακεδονικά - советник, советник за, советникот, советник на
- σύμμαχος στα σλαβομακεδονικά - сојузник, сојузникот, сојузник на, сојузникот на
- σύμπλεγμα στα σλαβομακεδονικά - комплекс, комплексна, комплексен, комплексни, сложени
- σύμπτωμα στα σλαβομακεδονικά - симптом, симптоми, симптомот, симптомите, на симптомите
Τυχαίες λέξεις
Σύμπηξη στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: concretion
Μεταφράσεις: concretion