Κατώτερος στα ολλανδικά
Μετάφραση: κατώτερος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
minderwaardig, junior, ondergeschikte, Junioren, ondergeschikt, de ondergeschikte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατώτερος
κατώτατος μισθός κύπρος, κατώτερος κινητικός νευρώνας, κατώτερος οισοφαγικός σφιγκτήρας, κατώτερος εαυτός, κατώτερος μισθός στην κύπρο, κατώτερος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατώτερος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κατωτερότητα στα ολλανδικά - minderwaardigheid, inferioriteit, minderwaardigheidscomplex, inferiority, minderwaardigheidsgevoel
- κατόπιν στα ολλανδικά - dan, daarop, over, daarna, achter, na, later, ...
- καυγάς στα ολλανδικά - dispuut, twistgesprek, ruziën, kamp, kiften, heibel, redetwist, ...
- καυγαδίζω στα ολλανδικά - twistgesprek, herrie, twist, redetwist, twisten, heibel, ruziën, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατώτερος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: minderwaardig, junior, ondergeschikte, Junioren, ondergeschikt, de ondergeschikte
Μεταφράσεις: minderwaardig, junior, ondergeschikte, Junioren, ondergeschikt, de ondergeschikte