Ανοικοδόμηση στα ουγγρικά
Μετάφραση: ανοικοδόμηση, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
újjáépítés, rekonstrukció, újjáépítési, rekonstrukciója, felújítás
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοικοδόμηση
ανοικοδόμηση λεξικο, ανοικοδόμηση του ναού του σολομώντα, ανοικοδόμηση συνώνυμο, ανοικοδόμηση ορισμός, ανοικοδόμηση σημασια, ανοικοδόμηση λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανοικοδόμηση στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ανοίγω στα ουγγρικά - nyílt, nyitott, nyitva, Kinyitni, Kinyitni a
- ανοησίες στα ουγγρικά - képtelenség, hülyeség, ostobaság, nonszensz, értelmetlen
- ανοικτός στα ουγγρικά - nyílt, nyitott, nyitva, Kinyitni, Kinyitni a
- ανοιχτά στα ουγγρικά - nyíltan, nyílt, nyilvánosan, nyitottan
Τυχαίες λέξεις
Ανοικοδόμηση στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: újjáépítés, rekonstrukció, újjáépítési, rekonstrukciója, felújítás
Μεταφράσεις: újjáépítés, rekonstrukció, újjáépítési, rekonstrukciója, felújítás