Ανοικοδόμηση στα πολωνικά
Μετάφραση: ανοικοδόμηση, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rekonstrukcja, przebudowa, odbudowa, odtworzenie, rekonstrukcji
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοικοδόμηση
ανοικοδόμηση λεξικο, ανοικοδόμηση του ναού του σολομώντα, ανοικοδόμηση συνώνυμο, ανοικοδόμηση ορισμός, ανοικοδόμηση σημασια, ανοικοδόμηση λεξικό γλώσσας πολωνικά, ανοικοδόμηση στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- ανοίγω στα πολωνικά - jawny, rozwarty, szczery, skłonny, otworzyć, objawiać, ogłaszać, ...
- ανοησίες στα πολωνικά - bełkot, niedorzeczność, głupstwo, szwargotanie, nielogiczność, bezsens, bełkotanie, ...
- ανοικτός στα πολωνικά - rozpiąć, brać, skłonny, legalny, wolny, rozpocząć, inaugurować, ...
- ανοιχτά στα πολωνικά - jawnie, szczerze, otwarcie, otwarty, sposób otwarty
Τυχαίες λέξεις
Ανοικοδόμηση στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: rekonstrukcja, przebudowa, odbudowa, odtworzenie, rekonstrukcji
Μεταφράσεις: rekonstrukcja, przebudowa, odbudowa, odtworzenie, rekonstrukcji