Ανοικοδόμηση στα τούρκικα
Μετάφραση: ανοικοδόμηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
imar, rekonstrüksiyon, yeniden yapılanma, rekonstrüksiyonu, yeniden inşa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοικοδόμηση
ανοικοδόμηση λεξικο, ανοικοδόμηση του ναού του σολομώντα, ανοικοδόμηση συνώνυμο, ανοικοδόμηση ορισμός, ανοικοδόμηση σημασια, ανοικοδόμηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανοικοδόμηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ανοίγω στα τούρκικα - açmak, açık, Open, açıktır, açık bir, açın
- ανοησίες στα τούρκικα - saçmalık, saçma, nonsense, anlamsız, akıllıca
- ανοικτός στα τούρκικα - açık, açmak, Open, açıktır, açık bir, açın
- ανοιχτά στα τούρκικα - açıkça, açık, açık bir, açık bir şekilde, açıktan
Τυχαίες λέξεις
Ανοικοδόμηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: imar, rekonstrüksiyon, yeniden yapılanma, rekonstrüksiyonu, yeniden inşa
Μεταφράσεις: imar, rekonstrüksiyon, yeniden yapılanma, rekonstrüksiyonu, yeniden inşa