Γήινος στα ουγγρικά
Μετάφραση: γήινος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
földi, a földi, evilági
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γήινος
γήινος φλοιός, γήινος μαγνητισμός, γήινος άγγελος, γήινος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γήινος στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- γέρος στα ουγγρικά - öreg, ó, vén, régi, a régi, éves, idős
- γέφυρα στα ουγγρικά - bridzs, orrnyereg, híd, Bridge, hídon, hidat, híddal
- γήρανση στα ουγγρικά - stabilizálás, pihentetés, hevertetés, betonkezelés, anyagkifáradás, érlelés, öregedés, ...
- γίγαντας στα ουγγρικά - óriás, hatalmas, óriási, gigantikus
Τυχαίες λέξεις
Γήινος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: földi, a földi, evilági
Μεταφράσεις: földi, a földi, evilági