Γήινος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: γήινος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
terrestre, terrena, terreno, terrenas, terrenos
Γήινος στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γήινος

γήινος φλοιός, γήινος μαγνητισμός, γήινος άγγελος, γήινος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, γήινος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • γέρος στα πορτογαλικά - bom, anterior, bem, antecedente, precedente, velho, antigo, ...
  • γέφυρα στα πορτογαλικά - pontes, ponte, ponte de, bridge, ponte do, da ponte
  • γήρανση στα πορτογαλικά - envelhecimento, de envelhecimento, o envelhecimento, envelhecimento da, do envelhecimento
  • γίγαντας στα πορτογαλικά - gigante, piorar, gigantes, gigantesco, gigante de, gigantesca
Τυχαίες λέξεις
Γήινος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: terrestre, terrena, terreno, terrenas, terrenos