Λέξη: γήινος
Σχετικές λέξεις: γήινος
γήινος φλοιός, γήινος μαγνητισμός, γήινος άγγελος
Συνώνυμα: γήινος
υφήλιος, επίγειος, γεώδης, υποσελήνιος
Μεταφράσεις: γήινος
γήινος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
earthly, earthy, earth, terrestrial, terrene
γήινος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
terrenal, terrena, terrestre, la tierra, terrenales
γήινος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
derb, weltlich, irdisch, irdischen, irdische, Erden, irdischer
γήινος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
humain, terrestre, temporel, terre, terrestres, la terre
γήινος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
terreno, terrestre, terrena, terrene
γήινος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
terrestre, terrena, terreno, terrenas, terrenos
γήινος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aarden, aards, aardse, aarde, het aardse, op aarde
γήινος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
суетный, возможный, земной, земная, земное, земного, земным
γήινος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
jordiske, jordisk, jorden, på jorden, det jordiske
γήινος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
jordisk, jordiska, jordiskt, på jorden, jorde
γήινος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mainen, maallinen, maallisen, maallista, maalliset, maallisia
γήινος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
jordisk, jordiske, på jorden, den jordiske, det jordiske
γήινος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
světský, lidský, pozemský, pozemské, pozemská, pozemského, pozemskou
γήινος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ziemski, doczesny, ziemskie, ziemskiego, ziemska, ziemskiej
γήινος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
földi, a földi, evilági
γήινος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dünyevi, dünyasal, yeryüzündeki, dünyevî
γήινος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
земний, суєтний, земної, земній, земного, земну
γήινος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tokësor, tokësore, kësaj bote, dheu, nga dheu
γήινος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
земен, земното, земно, земния, земна
γήινος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зямной, зямны, зямнога, зямным, зямное
γήινος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
maine, maise, maised, maiste, maisest
γήινος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zemaljski, zemaljska, zemaljsko, zemaljskog, zemaljskim
γήινος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jarðneskur, jarðneska, jarðnesk, hún jarðnesk, jarðneskum
γήινος στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
terrenus
γήινος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žemiškas, žemiška, žemės, žemiškasis, žemiškoji
γήινος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zemes, pasaulīga, dzīves laicīgais, pasaulīgā, šīs dzīves laicīgais
γήινος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
земен, земниот, земните, земното, земски
γήινος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pământesc, pământească, pământești, pe pământ, pamanteasca
γήινος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zemeljsko, zemeljska, zemeljski, Zemlji, zemeljske
γήινος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pozemsky, možný, pozemský, pozemského, pozemským, pozemské