Εντρυφώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: εντρυφώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
öröm, burjánzik, pazarul, élvez, pazarul él, tobzódhatnak
Εντρυφώ στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντρυφώ

εντρυφώ λεξικο, εντρυφώ κλιση, εντρυφώ english, εντρυφώ ετυμολογία, εντρυφώ συνωνυμα, εντρυφώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εντρυφώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εντομοφάγος στα ουγγρικά - rovarevő, a rovarevő, a rovarevô, rovarevô
  • εντοπίζω στα ουγγρικά - pecsét, petty, hajszálpontos, elhelyez, keresse, keresse meg, megtalálni, ...
  • εντυπωσιάζω στα ουγγρικά - bélyeg, lenyűgözni, hatni, benyomást, jó benyomást, lenyűgöző
  • εντυπωσιακός στα ουγγρικά - elkábító, érzéki, szenzációs, hatásos, lenyűgöző, impozáns, látványos, ...
Τυχαίες λέξεις
Εντρυφώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: öröm, burjánzik, pazarul, élvez, pazarul él, tobzódhatnak