Εντρυφώ στα πορτογαλικά

Μετάφραση: εντρυφώ, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deleitar, prazer, delicioso, luxuriar, luxuriate
Εντρυφώ στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντρυφώ

εντρυφώ λεξικο, εντρυφώ κλιση, εντρυφώ english, εντρυφώ ετυμολογία, εντρυφώ συνωνυμα, εντρυφώ λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, εντρυφώ στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • εντομοφάγος στα πορτογαλικά - insetívoro, insectivorous, insetívoras, insetívoros, insetívora
  • εντοπίζω στα πορτογαλικά - lugar, posicionar, nódoa, ponto, recinto, localizar, localize, ...
  • εντυπωσιάζω στα πορτογαλικά - imprima, gravar, impregnar, impressionar, imprimir, impressioná, impressionam, ...
  • εντυπωσιακός στα πορτογαλικά - impressionante, impressionantes, impressive, imponente
Τυχαίες λέξεις
Εντρυφώ στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: deleitar, prazer, delicioso, luxuriar, luxuriate