Λαβίδα στα ουγγρικά
Μετάφραση: λαβίδα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
csipesz, csipeszek, csipesszel, csipeszt, csipeszeket
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβίδα
ανατομική λαβίδα, λαβίδα βάνα, λαβίδα κροκοδείλου, μαρίλη λαβίδα, λαβίδα συμπλήρωσης, λαβίδα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λαβίδα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λαίμαργος στα ουγγρικά - torkos, pénzsóvár, hasimádó, nagyevő, falánk
- λαβή στα ουγγρικά - tusanyak, kézitáska, befogófej, megmarkolás, influenza, szorítás, náthaláz, ...
- λαβωμένος στα ουγγρικά - sebesült, megsebesült, sebesültek, sérült, sebesülteket
- λαβύρινθος στα ουγγρικά - labirintus, labyrinthus, labirint, a labyrinthus
Τυχαίες λέξεις
Λαβίδα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: csipesz, csipeszek, csipesszel, csipeszt, csipeszeket
Μεταφράσεις: csipesz, csipeszek, csipesszel, csipeszt, csipeszeket