Λαβίδα στα πολωνικά
Μετάφραση: λαβίδα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
cęgi, kleszcze, obcęgi, obcążki, szczypce, pinceta, pincety, pęseta, pęsety, tweezers
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβίδα
ανατομική λαβίδα, λαβίδα βάνα, λαβίδα κροκοδείλου, μαρίλη λαβίδα, λαβίδα συμπλήρωσης, λαβίδα λεξικό γλώσσας πολωνικά, λαβίδα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- λαίμαργος στα πολωνικά - chciwy, łakomy, zachłanny, łasy, rządny, pazerny, żarłoczny, ...
- λαβή στα πολωνικά - zaczepienie, uchwyt, chwyt, opanowanie, trzymać, ująć, uścisk, ...
- λαβωμένος στα πολωνικά - ranny, rannych, ranni, zraniony, rannymi
- λαβύρινθος στα πολωνικά - labirynt, oszołomienie, zmylać, zmylić, plątanina, oszołomić, oszałamiać, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαβίδα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: cęgi, kleszcze, obcęgi, obcążki, szczypce, pinceta, pincety, pęseta, pęsety, tweezers
Μεταφράσεις: cęgi, kleszcze, obcęgi, obcążki, szczypce, pinceta, pincety, pęseta, pęsety, tweezers