Πέλμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: πέλμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
egyedüli, egyetlen, talp, kizárólagos, kizárólag
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέλμα
πέλμα ποδιού, πέλμα sbd 285-3 allteq, πέλμα πόνος, πέλμα ελαστικού, πέλμα σκούπας, πέλμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πέλμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πέλαγος στα ουγγρικά - sokaság, tengermozgás, hullámok, tenger, tengerre, Sea
- πέλεκας στα ουγγρικά - létszámcsökkentés, szekerce, leépítés, szakóca, Pelekasi, Pelekas
- πέμπτος στα ουγγρικά - ötödik, az ötödik
- πένθιμος στα ουγγρικά - halottas, gyász, a gyász, gyászoló, gyászt, gyászban
Τυχαίες λέξεις
Πέλμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: egyedüli, egyetlen, talp, kizárólagos, kizárólag
Μεταφράσεις: egyedüli, egyetlen, talp, kizárólagos, kizárólag