Βάμμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: βάμμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відтінок, розчин, настойка, настоянка
Βάμμα στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βάμμα

βάμμα θυμαριού, βάμμα λουίζας, βάμμα καρυδιού, βάμμα ιωδίου, βάμμα του ηλιοτροπίου, βάμμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βάμμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βάθρο στα ουκρανικά - основа, простої, організування, п'єдестал, цоколь, тумба, засада, ...
  • βάλτος στα ουκρανικά - багно, болото, марси
  • βάναυσος στα ουκρανικά - вулканолог, хуліган, хулиган
  • βάπτισμα στα ουκρανικά - хрещення, баптизм, Водохреща, Водохреще, хрищення, Водохрещу
Τυχαίες λέξεις
Βάμμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відтінок, розчин, настойка, настоянка